ΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ
Τι είναι το επίθετο
Το επίθετο είναι ένα μέρος του λόγου που κατά κανόνα δίνει ένα χαρακτηριστικό, μια ιδιότητα ή μια ποιότητα στο ουσιαστικό που προσδιορίζει, π.χ. Η ξύλινη πόρτα. Η σωστή απάντηση.
Συμφωνία επιθέτου με το ουσιαστικό
Το επίθετο συμφωνεί με το ουσιαστικό που προσδιορίζει ως προς το γένος, τον αριθμό και την πτώση.
Θέση του επιθέτου
Η θέση του επιθέτου μέσα στο λόγο ποικίλλει. Συνήθως τοποθετείται στο λόγο πριν από το ουσιαστικό, αλλά μπορεί να τοποθετείται και μετά από αυτό.
Το επίθετο ως ουσιαστικό
Το επίθετο συχνά χρησιμοποιείται με πρόταξη του άρθρου χωρίς το ουσιαστικό, όταν εννοείται από τους συμμετέχοντες στη συζήτηση, π.χ. Τα μικρά να έλθουν μπροστά (εννοείται παιδιά). Στην περίπτωση αυτή τα επίθετα λειτουργούν ως ουσιαστικά. Γενικά, η διάκριση μεταξύ επιθέτου και ουσιαστικού δεν είναι πάντα εύκολη, γιατί μπορεί η ίδια λέξη να λειτουργεί άλλοτε ως επίθετο και άλλοτε ως ουσιαστικό, π.χ.
Έφερε νέα πράγματα (επίθετο).
Έφερε καλά νέα (ουσιαστικό).
Σε αυτήν την περίπτωση εντάσσονται και πολλές λέξεις που δηλώνουν διάφορες ιδιότητες αλλά κυρίως καταγωγή από κάποια γεωγραφική περιοχή ή εθνική καταγωγή. Οι λέξεις αυτές αναφέρονται είτε μόνο στο αρσενικό γένος είτε μόνο στο θηλυκό είτε και στα δύο γένη και σπανιότερα και στα τρία, π.χ. η Αθηναία υπάλληλος (επίθετο), αλλά και η Αθηναία (ουσιαστικό). Ο Έλληνας αθλητής (επίθετο), αλλά και ο Έλληνας (ουσιαστικό).
Το γένος των επιθέτων
Το γένος των επιθέτων εξαρτάται και καθορίζεται από το γένος των ουσιαστικών που προσδιορίζουν, π.χ. Η νέα αγωγή. Ο νέος άνθρωπος. Το νέο παιδί.
Μορφολογία
Τα περισσότερα επίθετα παρουσιάζουν διαφορετική μορφή στο αρσενικό, στο θηλυκό και στο ουδέτερο γένος. Ορισμένα, τα οποία είναι στην πλειονότητά τους δάνεια από ξένες γλώσσες, διαθέτουν μόνο έναν τύπο και για τα τρία γένη, π.χ. Ο μπλε τοίχος. Η μπλε φούστα. Το μπλε δωμάτιο. Η μορφή αυτών των επιθέτων παραμένει αναλλοίωτη σε όλα τα γένη και τις πτώσεις.
Η κλίση των επιθέτων παρουσιάζει ομοιότητες με την κλίση των ουσιαστικών που έχουν τις ίδιες καταλήξεις.
Διακρίνονται με βάση τον αριθμό των καταλήξεων που εμφανίζουν για κάθε γένος σε τρικατάληκτα (π.χ. ο πλούσιος, η πλούσια, το πλούσιο), δικατάληκτα (π.χ. ο ακριβής, η ακριβής, το ακριβές) και μονοκατάληκτα (π.χ. ο μπλε, η μπλε, το μπλε)
Με βάση τον αριθμό συλλαβών που διατηρούν στις πτώσεις διακρίνονται σε ισοσύλλαβα (π.χ. ο διάσημος, του διάσημου) και ανισοσύλλαβα (π.χ. ο παρών, του παρόντος).
Διακρίσεις στη μορφολογία των επιθέτων | ||
μονοκατάληκτα | δικατάληκτα | τρικατάληκτα |
ισοσύλλαβα | ισοσύλλαβα ανισοσύλλαβα | ισοσύλλαβα ανισοσύλλαβα |
Ορθογραφία-Τονισμός
Η γενική τάση που υπάρχει στον τονισμό των επιθέτων είναι να παραμένει ο τόνος στην ίδια συλλαβή, π.χ. ο άγριος λύκος, του άγριου λύκου, οι άγριοι λύκοι. Μερικές φορές, συνήθως σε τυπικό ύφος, ο τόνος των επιθέτων που τονίζονται στην προπαραλήγουσα μετακινείται, π.χ. Το βιβλίο των αγρίων ζώων.
Επίθετα σε -ος, -η, -ο
Αυτή είναι η πιο συνηθισμένη κατηγορία επιθέτων στη νέα ελληνική.
Τα επίθετα αυτής της κατηγορίας είναι οξύτονα (ταπεινός, ταπεινή, ταπεινό), παροξύτονα (άσπρος, άσπρη, άσπρο) και προπαροξύτονα (άδικος, άδικη, άδικο).
α) Τα περισσότερα επίθετα της κατηγορίας αυτής έχουν σύμφωνο πριν από την κατάληξη, π.χ. άδικ-ος, ακριβ-ός, ταπειν-ός
β) Στην κατηγορία αυτή εντάσσονται και τα οξύτονα και προπαροξύτονα που έχουν φωνήεν πριν από την κατάληξη, όχι όμως [i] ι, υ, ει, οι, π.χ. αραι-ός, στερε-ός, όγδο-ος κ.ά.
Σύμφωνα με το άδικος, άδικη, άδικο κλίνονται και οι μετοχές της παθητικής φωνής σε -ος, -η, -ο, π.χ. διαβασμένος, γραμμένος, κουρασμένος κ.ά.
Ενικός αριθμός | ||||||
αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | ο του τον | άδικος άδικου άδικο άδικε | η της την | άδικη άδικης άδικη άδικη | το του το | άδικο άδικου άδικο άδικο |
Πληθυντικός αριθμός | ||||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | οι των τους | άδικοι άδικων άδικους άδικοι | οι των τις | άδικες άδικων άδικες άδικες | τα των τα | άδικα άδικων άδικα άδικα |
Ενικός αριθμός | ||||||
αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | ο του τον | διαβασμένος διαβασμένου διαβασμένο διαβασμένε | η της την | διαβασμένη διαβασμένης διαβασμένη διαβασμένη | το του το | διαβασμένο διαβασμένου διαβασμένο διαβασμένο |
Πληθυντικός αριθμός | ||||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | οι των τους | διαβασμένοι διαβασμένων διαβασμένους διαβασμένοι | οι των τις | διαβασμένες διαβασμένων διαβασμένες διαβασμένες | τα των τα | διαβασμένα διαβασμένων διαβασμένα διαβασμένα |
ΣΗΜΕΙΩΝΟΥΜΕ ΟΤΙ:
- Ο τόνος σχεδόν πάντοτε παραμένει στην ίδια συλλαβή. Όμως, σε ορισμένες περιπτώσεις, στη γενική του ενικού και του πληθυντικού και στην αιτιατική του πληθυντικού αριθμού των προπαροξύτονων επιθέτων, κυρίως σε στερεότυπες εκφράσεις λόγιας προέλευσης ή σε τυπικό ύφος, ο τόνος μετακινείται στην παραλήγουσα, π.χ. Επίλυση διαφόρων (αντί διάφορων) προβλημάτων.
- Η μετακίνηση του τόνου στη γενική του ενικού και στη γενική και αιτιατική του πληθυντικού θεωρείται κανονική, όταν το επίθετο χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό, π.χ. Κάλεσε όλους τους αθανάτους (αντί αθάνατους).
- Η διαφοροποίηση αυτή τείνει σήμερα να σχετιστεί στον προφορικό λόγο με τη διαφοροποίηση του ύφους του ομιλητή (τόνος στην προπαραλήγουσα = ουδέτερο ή οικείο ύφος, τόνος στην παραλήγουσα = τυπικό ύφος).
- Τα επίθετα που το θέμα τους λήγει σε -ρ και μερικά επίθετα των οποίων το θέμα λήγει σε φωνήεν σχηματίζουν σε ορισμένες περιπτώσεις, συνήθως σε στερεότυπες εκφράσεις λόγιας προέλευσης, το θηλυκό με κατάληξη -α, π.χ. Οι βουλευτές της αριστεράς (αντί αριστερής) πτέρυγας.
- Ορισμένα επίθετα, που δηλώνουν εθνική προέλευση, παρουσιάζονται στο λόγο με διαφορετικό τονισμό, π.χ. Βουλγάρικο τυρί, αλλά και Ο βουλγαρικός στρατός. Η αμερικάνικη κυριαρχία, αλλά και Η αμερικανική βοήθεια. Η διαφοροποίηση αυτή είναι τις περισσότερες φορές τυχαία. Σπανιότερα γίνεται για λόγους ύφους. Σ' αυτές τις περιπτώσεις το επίθετο που τονίζεται στη λήγουσα συναντάται σε τυπικό ύφος.
Επίθετα σε -ος, -α, -ο
Στην κατηγορία αυτή ανήκουν όλα τα επίθετα σε -ος που το θέμα τους λήγει σε οποιαδήποτε πραγμάτωση του φωνήματος [i] (ι, υ, ει, οι), τονιζόμενου ή άτονου, ή σε οποιοδήποτε άλλο τονιζόμενο φωνήεν.
Ως προς τη μορφολογία τα επίθετα της ομάδας αυτής διαφέρουν από την ομάδα των επιθέτων σε -ος,-η, -ο μόνο στους τύπους του θηλυκού του ενικού αριθμού, στην κατάληξη των οποίων υπάρχει πάντα το -α στη θέση του -η.
Σύμφωνα με το νέος-νέα-νέο κλίνονται τα αιώνιος, γκρίζος, καινούριος, μοντέρνος, σκούρος, καθώς και τα επίθετα που λήγουν στα επιθήματα -ούχος, -φόρος, -ούργος, π.χ. ταλαντούχος, κερδοφόρος, ραδιούργος κ.ά.
Σύμφωνα με το τίμιος-τίμια-τίμιο κλίνονται τα άδειος, αστείος, κρύος, σπάνιος, τεράστιος κ.ά. καθώς και τα επίθετα σε -ένιος, -ίσιος, π.χ. μαρμαρένιος, βελουδένιος, αρνίσιος, βουνίσιος.
Ενικός αριθμός | ||||||
αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | ο του τον | νέος νέου νέο νέε | η της την | νέα νέας νέα νέα | το του το &bsp; | νέο νέου νέο νέο |
Πληθυντικός αριθμός | ||||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | οι των τους | νέοι νέων νέους νέοι | οι των τις | νέες νέων νέες νέες | τα των τα | νέα νέων νέα νέα |
Ενικός αριθμός | ||||||
αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | ο του τον | τίμιος τίμιου τίμιο τίμιε | η της την | τίμια τίμιας τίμια τίμια | το του το | τίμιο τίμιου τίμιο τίμιο |
Πληθυντικός αριθμός | ||||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | οι των τους | τίμιοι τίμιων τίμιους τίμιοι | οι των τις | τίμιες τίμιων τίμιες τίμιες | τα των τα | τίμια τίμιων τίμια τίμια |
Ενικός αριθμός | ||||||
αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | ο του τον | κερδοφόρος κερδοφόρου κερδοφόρο κερδοφόρε | η της την | κερδοφόρα κερδοφόρας κερδοφόρα κερδοφόρα | το του το | κερδοφόρο κερδοφόρου κερδοφόρο κερδοφόρο |
Πληθυντικός αριθμός | ||||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | οι των τους | κερδοφόροι κερδοφόρων κερδοφόρους κερδοφόροι | οι των τις | κερδοφόρες κερδοφόρων κερδοφόρες κερδοφόρες | τα των τα | κερδοφόρα κερδοφόρων κερδοφόρα κερδοφόρα |
ΣΗΜΕΙΩΝΟΥΜΕ ΟΤΙ:
- Στον τονισμό των επιθέτων σε -ος, -α, -ο συμβαίνει αυτό που συμβαίνει και στα επίθετα σε -ος, -η, -ο. Ο τόνος δηλαδή παραμένει σε όλες τις πτώσεις κανονικά στην ίδια συλλαβή. Όμως στη γενική του ενικού και πληθυντικού, καθώς και στην αιτιατική του πληθυντικού αριθμού, στα προπαροξύτονα επίθετα, σε ορισμένες περιπτώσεις, κυρίως σε τυπικό ύφος, ο τόνος μετακινείται στην παραλήγουσα, π.χ. Ανακάλυψη πλουσίων(αντί πλούσιων) κοιτασμάτων.
- Η μετακίνηση του τόνου στη γενική του ενικού και στη γενική και αιτιατική του πληθυντικού θεωρείται κανονική, όταν το επίθετο χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό, π.χ. Είναι ασφαλισμένος του Δημοσίου.
- Η διαφοροποίηση αυτή τείνει σήμερα να συσχετιστεί στον προφορικό λόγο με τη διαφοροποίηση του ύφους του ομιλητή (τόνος στην προπαραλήγουσα = ουδέτερο και οικείο ύφος, τόνος στην παραλήγουσα = τυπικό ύφος).
- Ορισμένα επίθετα της κατηγορίας αυτής, όπως τα βόρειος, έγγειος, ειδοποιός, νότιος, χρησιμοποιούνται στο λόγο και ως δικατάληκτα, με τους τύπους του θηλυκού να συμπίπτουν με τους τύπους του αρσενικού, π.χ. Η Βόρειος Αμερική, αλλά και Η Βόρεια Αμερική. Η έγγειος ιδιοκτησία, αλλά και– σπανιότερα– Η έγγεια ιδιοκτησία. Το επίθετο ειδοποιός χρησιμοποιείται σχεδόν αποκλειστικά στη στερεότυπη έκφραση η ειδοποιός διαφορά.
Επίθετα σε -ος, -ια, -ο
Τα επίθετα της ομάδας αυτής διαφέρουν από την ομάδα των επιθέτων σε -ος, -η, -ο μόνο στους τύπους του θηλυκού του ενικού αριθμού, οι οποίοι λήγουν σε -ια και όχι σε -η.
Σύμφωνα με το γλυκός-γλυκιά-γλυκό κλίνονται τα γνωστικός, ελαφρός, φτωχός (οξύτονα), φρέσκος (παροξύτονο), βρόμικος (προπαροξύτονο) κ.ά.
Ενικός αριθμός | ||||||
αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | ο του τον | γλυκός γλυκού γλυκό γλυκέ | η της την | γλυκιά γλυκιάς γλυκιά γλυκιά | το του το | γλυκό γλυκού γλυκό γλυκό |
Πληθυντικός αριθμός | ||||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | οι των τους | γλυκοί γλυκών γλυκούς γλυκοί | οι των τις | γλυκές γλυκών γλυκές γλυκές | τα των τα | γλυκά γλυκών γλυκά γλυκά |
ΣΗΜΕΙΩΝΟΥΜΕ ΟΤΙ:
- Τα περισσότερα από τα επίθετα της ομάδας αυτής, όταν χρησιμοποιούνται σε τυπικό ύφος, σχηματίζουν το θηλυκό του ενικού αριθμού με κατάληξη -η αντί -ια και κλίνονται όπως το θηλυκό της ομάδας των επιθέτων σε -ος, -η, -ο, π.χ.
Έχει μια κακιά πεθερά, αλλά Διήνυσε μια κακή πορεία.
Είναι μια θηλυκιά αλεπού, αλλά έχει θηλυκή σκέψη.
Επίθετα σε -ύς, -ιά, -ύ, σε -ύς, -εία, -ύ και σε -ής, -ιά, -ί
Όλα τα επίθετα της ομάδας αυτής είναι οξύτονα.
Οι τύποι της γενικής του ενικού και του πληθυντικού αριθμού του αρσενικού και του ουδέτερου γένους χρησιμοποιούνται σπάνια.
Τα επίθετα της ομάδας σε -ύς, -εία, -ύ διατηρούν στους περισσότερους τύπους τη μορφολογία που είχαν στην αρχαία ελληνική και χρησιμοποιούνται συνήθως σε στερεότυπες εκφράσεις λόγιας προέλευσης και σε ύφος τυπικό.
Σύμφωνα με το βαρύς-βαριά-βαρύ κλίνονται τα βαθύς, ελαφρύς, μακρύς, παχύς, φαρδύς κ.ά.
Σύμφωνα με το βραχύς-βραχεία-βραχύ κλίνονται τα αμβλύς, δριμύς, ευθύς, θρασύς, οξύς, ταχύς κ.ά.
Σύμφωνα με το χρυσαφής-χρυσαφιά-χρυσαφί κλίνονται τα βυσσινής, θαλασσής, ουρανής, πορτοκαλής, σταχτής κ.ά.
Ενικός αριθμός | ||||||
αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | ο του τον | βαρύς βαριού / βαρύ βαρύ βαρύ | η της την | βαριά βαριάς βαριά βαριά | το του το | βαρύ βαριού / βαρύ βαρύ βαρύ |
Πληθυντικός αριθμός | ||||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | οι των τους | βαριοί / βαρείς βαριών βαριοί / βαρείς βαριοί / βαρείς | οι των τις | βαριές βαριών βαριές βαριές | τα των τα | βαριά βαριών βαριά βαριά |
Ενικός αριθμός | ||||||
αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | ο του τον | βραχύς βραχέος βραχύ βραχύ | η της την | βραχεία βραχείας βραχεία βραχεία | το του το | βραχύ βραχέος βραχύ βραχύ |
Πληθυντικός αριθμός | ||||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | οι των τους | βραχείς βραχέων βραχείς βραχείς | οι των τις | βραχείες βραχέων βραχείες βραχείες | τα των τα | βραχέα βραχέων βραχέα βραχέα |
Ενικός αριθμός | ||||||
αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | ο του τον | χρυσαφής χρυσαφιού / χρυσαφή χρυσαφή χρυσαφή | η της την | χρυσαφιά χρυσαφιάς χρυσαφιά χρυσαφιά | το του το | χρυσαφί χρυσαφιού / χρυσαφί χρυσαφί χρυσαφί |
Πληθυντικός αριθμός | ||||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | οι των τους | χρυσαφιοί χρυσαφιών χρυσαφιούς χρυσαφιοί | οι των τις | χρυσαφιές χρυσαφιών χρυσαφιές χρυσαφιές | τα των τα | χρυσαφιά χρυσαφιών χρυσαφιά χρυσαφιά |
ΣΗΜΕΙΩΝΟΥΜΕ ΟΤΙ:
- Η γενική του ενικού και πληθυντικού αριθμού, ενώ χρησιμοποιείται σπάνια στο λόγο, παρουσιάζει μια ποικιλία τύπων, οι οποίοι καθορίζονται είτε από το ύφος του λόγου μέσα στο οποίο εντάσσονται είτε από την έκφραση στην οποία χρησιμοποιούνται.
- Χρησιμοποιούνται συχνά σε οικείο ή ουδέτερο ύφος τύποι γενικής με καταλήξεις σε -ιού, -ύ και -ιών (του βαριού / βαρύ, των βαριών), ενώ σε πολύ τυπικό ύφος και σε στερεότυπες εκφράσεις λόγιας προέλευσης εμφανίζονται τύποι σε -έος και -έων, π.χ. Καθρεφτίστηκε στα νερά του βαθιού πηγαδιού. Έφτασε στη μέση του βαθύ κόλπου. Μετατροπή του ευθύ λόγου αλλά και του ευθέος λόγου. Eίναι πυγμάχος βαρέων βαρών.
- Ορισμένα από τα επίθετα της ομάδας σε -ύς, -ιά, -ύ παρουσιάζουν στην ονομαστική, αιτιατική και κλητική του πληθυντικού αριθμού, του αρσενικού και του ουδετέρου, κατά κανόνα σε τυπικό ύφος, τους μορφολογικούς τύπους που έχουν τα επίθετα σε -ύς, -εία, -ύ, π.χ. Η νέα ελληνική δεν έχει δασείς φθόγγους. Τον διαπέρασαν οι τραχείς ήχοι μιας άρρυθμης μουσικής.
- Στην αιτιατική πληθυντικού του χρυσαφής εμφανίζεται σπάνια και μόνο σε τυπικό ύφος β´ τύπος σε-είς (χρυσαφείς).
Επίθετα σε -ης, -α, -ικο και σε -άς/-ής, -ού, -άδικο/-ήδικο (ανισοσύλλαβα)
Όλα τα αρσενικά και θηλυκά επίθετα της ομάδας των επιθέτων σε -ης, -α, -ικο είναι παροξύτονα, ενώ τα αντίστοιχα αρσενικά και θηλυκά της ομάδας επιθέτων σε -άς/-ής, -ού, -άδικο/-ήδικο είναι οξύτονα.
Η γενική πληθυντικού του θηλυκού της ομάδας των επιθέτων σε -ης, -α, -ικο δεν παρουσιάζει τύπο.
Σύμφωνα με το μικρούλης-μικρούλα-μικρούλικο κλίνονται τα: ζαβολιάρης, ζηλιάρης, κοντούλης, παραπονιάρης, πεισματάρης κ.ά.
Σύμφωνα με το υπναράς-υπναρού-υπναράδικο κλίνονται τα επίθετα: α) με κατάληξη αρσενικού σε -άς, π.χ. κοιλαράς, λογάς, παραμυθάς, φωνακλάς κ.ά., β) με κατάληξη αρσενικού σε -τζής, π.χ. καβγατζής, τζαμπατζής κ.ά. και γ) με κατάληξη αρσενικού σε -λής, π.χ. μερακλής, μπελαλής κ.ά.
Ενικός αριθμός | ||||||
αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | ο του τον | μικρούλης μικρούλη μικρούλη μικρούλη | η της την | μικρούλα μικρούλας μικρούλα μικρούλα | το του το | μικρούλικο μικρούλικου μικρούλικο μικρούλικο |
Πληθυντικός αριθμός | ||||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | οι των τους | μικρούληδες μικρούληδων μικρούληδες μικρούληδες | οι των τις | μικρούλες μικρούλες μικρούλες | τα των τα | μικρούλικα μικρούλικων μικρούλικα μικρούλικα |
Ενικός αριθμός | ||||||
αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | ο του τον | υπναράς υπναρά υπναρά υπναρά | η της την | υπναρού υπναρούς υπναρού υπναρού | το του το | υπναράδικο υπναράδικου υπναράδικο υπναράδικο |
Πληθυντικός αριθμός | ||||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | οι των τους | υπναράδες υπναράδων υπναράδες υπναράδες | οι των τις | υπναρούδες υπναρούδων υπναρούδες υπναρούδες | τα των τα | υπναράδικα υπναράδικων υπναράδικα υπναράδικα |
ΣΗΜΕΙΩΝΟΥΜΕ ΟΤΙ:
- Ορισμένα επίθετα σε -ούλης, κατά κανόνα υποκοριστικά, σχηματίζουν ουδέτερο και σε -ούλι, π.χ. φτωχούλης, φτωχούλα, φτωχούλικο και φτωχούλι.
- Ορισμένα επίθετα της ομάδας σε -ης, -α, -ικο σχηματίζουν το θηλυκό με κατάληξη -ούσα ή -ού, π.χ. μαυρομάτης-μαυρομάτα και μαυροματού και μαυροματούσα.
Επίθετα σε -ης, -ης, -ες (δικατάληκτα)
Τα επίθετα που κλίνονται σύμφωνα με το διεθνής-διεθνής-διεθνές κρατούν σε όλες τις πτώσεις τον τόνο στη λήγουσα.
Τα επίθετα που κλίνονται σύμφωνα με το συνήθης-συνήθης-σύνηθες ανεβάζουν τον τόνο στην προπαραλήγουσα, στην ονομαστική, αιτιατική και κλητική στον ενικό αριθμό του ουδετέρου.
Η κλητική των επιθέτων αυτής της κατηγορίας χρησιμοποιείται πολύ σπάνια.
Σύμφωνα με το διεθνής-διεθνής-διεθνές κλίνονται τα αβλαβής, επιμελής, ειλικρινής, ευτυχής, υγιής κ.ά.
Σύμφωνα με το συνήθης-συνήθης-σύνηθες κλίνονται τα αυτάρκης, επιμήκης, κακοήθης κ.ά.
Ενικός αριθμός | ||||||
αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | ο του τον | διεθνής διεθνούς διεθνή διεθνή | η της την | διεθνής διεθνούς διεθνή διεθνή | το του το | διεθνές διεθνούς διεθνές διεθνές |
Πληθυντικός αριθμός | ||||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | οι των τους | διεθνείς διεθνών διεθνείς διεθνείς | οι των τις | διεθνείς διεθνών διεθνείς διεθνείς | τα των τα | διεθνή διεθνών διεθνή διεθνή |
Ενικός αριθμός | ||||||
αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | ο του τον | συνήθης συνήθους συνήθη συνήθη | η της την | συνήθης συνήθους συνήθη συνήθη | το του το | σύνηθες συνήθους σύνηθες σύνηθες |
Πληθυντικός αριθμός | ||||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | οι των τους | συνήθεις συνήθων συνήθεις συνήθεις | οι των τις | συνήθεις συνήθων συνήθεις συνήθεις | τα των τα | συνήθη συνήθων συνήθη συνήθη |
Επίθετα σε -ων, -ουσα, -ον
Η κλητική χρησιμοποιείται πολύ σπάνια και σε πολύ ειδικές περιπτώσεις.
Η γενική πληθυντικού του θηλυκού γένους σε ορισμένα από τα επίθετα της κατηγορίας αυτής είναι πολύ σπάνια.
Σύμφωνα με το ενδιαφέρων-ενδιαφέρουσα-ενδιαφέρον κλίνονται τα δευτερεύων, επείγων, επιβλέπων, εποπτεύων, μέλλων, πρωτεύων κ.ά., δηλαδή όσα τονίζονται στην παραλήγουσα.
Σύμφωνα με το απών-απούσα-απόν κλίνονται τα αιτών, δηλών, αποτυχών, επιλαχών, επιτυχών, παρών, τυχών κ.ά., δηλαδή όσα τονίζονται στην λήγουσα.
Ενικός αριθμός | ||||||
αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | ο του τον | ενδιαφέρων ενδιαφέροντος ενδιαφέροντα ενδιαφέρων | η της την | ενδιαφέρουσα ενδιαφέρουσας ενδιαφέρουσα ενδιαφέρουσα | το του το | ενδιαφέρον ενδιαφέροντος ενδιαφέρον ενδιαφέρον |
Πληθυντικός αριθμός | ||||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | οι των τους | ενδιαφέροντες ενδιαφερόντων ενδιαφέροντες ενδιαφέροντες | οι των τις | ενδιαφέρουσες ενδιαφερουσών ενδιαφέρουσες ενδιαφέρουσες | τα των τα | ενδιαφέροντα ενδιαφερόντων ενδιαφέροντα ενδιαφέροντα |
Ενικός αριθμός | ||||||
αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | ο του τον | απών απόντος απόντα απών | η της την | απούσα απούσας απούσα απούσα | το του το | απόν απόντος απόν απόν |
Πληθυντικός αριθμός | ||||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | οι των τους | απόντες απόντων απόντες απόντες | οι των τις | απούσες απουσών απούσες απούσες | τα των τα | απόντα απόντων απόντα απόντα |
Επίθετα σε -ων/-ονας, -ων, -ον (δικατάληκτα)
Τα επίθετα αυτής της κατηγορίας είναι λίγα στη νέα ελληνική γλώσσα.
Η γενική και η κλητική χρησιμοποιούνται πολύ σπάνια.
Ενικός αριθμός | ||||||
αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | ο του τον | μετριόφρων/μετριόφρονας μετριόφρονος/μετριόφρονα μετριόφρονα μετριόφρων | η της την | μετριόφρων μετριόφρονος μετριόφρονα μετριόφρων | το του το | μετριόφρον μετριόφρονος μετριόφρον μετριόφρον |
Πληθυντικός αριθμός | ||||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | οι των τους | μετριόφρονες μετριοφρόνων μετριόφρονες μετριόφρονες | οι των τις | μετριόφρονες μετριοφρόνων μετριόφρονες μετριόφρονες | τα των τα | μετριόφρονα μετριοφρόνων μετριόφρονα μετριόφρονα |
Σύμφωνα με το μετριόφρων/-ονας, μετριόφρων, μετριόφρον κλίνονται τα γενναιόφρων, δεισιδαίμων, εθνικόφρων, εμπειρογνώμων, νοήμων κ.ά.
Mερικά από τα επίθετα της ομάδας αυτής εμφανίζουν στο αρσενικό, σε ουδέτερο ύφος, μόνο την κατάληξη -ων, π.χ. νοήμων, ενώ άλλα μόνο την κατάληξη -ονας, π.χ. εμπειρογνώμονας.
Το επίθετο πολύς-πολλή-πολύ
Η γενική ενικού του αρσενικού και του ουδετέρου χρησιμοποιούνται πολύ σπάνια στο λόγο.
Ενικός αριθμός | ||||||
αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | ο του τον | πολύς πολλού / πολύ πολύ | η της την | πολλή πολλής πολλή | το του το | πολύ πολλού πολύ |
Πληθυντικός αριθμός | ||||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | οι των τους | πολλοί πολλών πολλούς | οι των τις | πολλές πολλών πολλές | τα των τα | πολλά πολλών πολλά |
Άκλιτα επίθετα
Στην κατηγορία αυτή ανήκουν επίθετα που προέρχονται συνήθως από ξένες γλώσσες και παρουσιάζουν τον ίδιο μορφολογικό τύπο σε όλες τις πτώσεις και των τριών γενών. Μερικά από τα επίθετα αυτά είναι τα εξής: κομπλέ, μοβ, μπεζ, μπλε, ριγέ, σικ.
Αρχαιόκλιτα επίθετα
ο δηλωθείς, η δηλωθείσα, το δηλωθέν
Ενικός αριθμός | ||||||
αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | ο του τον | δηλωθείς δηλωθέντος δηλωθέντα δηλωθείς | η της την | δηλωθείσα δηλωθείσας/ ης δηλωθείσα δηλωθείσα | το του το | δηλωθέν δηλωθέντος δηλωθέν δηλωθέν |
Πληθυντικός αριθμός | ||||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | οι των τους | δηλωθέντες δηλωθέντων δηλωθέντες δηλωθέντες | οι των τις | δηλωθείσες δηλωθεισών δηλωθείσες δηλωθείσες | τα των τα | δηλωθέντα δηλωθέντων δηλωθέντα δηλωθέντα |
ο δηλώσας, η δηλώσασα, το δηλώσαν
Ενικός αριθμός | ||||||
αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | ||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | ο του τον | δηλώσας δηλώσαντος δηλώσαντα δηλώσας | η της την | δηλώσασα δηλώσασας / δηλωσάσης δηλώσασα δηλώσασα | το του το | δηλώσαν δηλώσαντος δηλώσαν δηλώσαν |
Πληθυντικός αριθμός | ||||||
ονομ. γεν. αιτ. κλητ. | οι των τους | δηλώσαντες δηλωσάντων δηλώσαντες δηλώσαντες | οι των τις | δηλώσασες δηλωσασών δηλώσασες δηλώσασες | τα των τα | δηλώσαντα δηλωσάντων δηλώσαντα δηλώσαντα |
Πηγή: http://users.sch.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου